ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΒΙΩΣΙΜΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΡΕΙΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ»
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ»
ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΙΛΗΣ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ: ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΗΠΕΙΡΟΥ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αγαπητοί φίλοι και φίλες, κύριοι και κυρίες,
Το κεντρικό θέμα συζήτησης του συμποσίου είναι η ανάπτυξη των ορεινών όγκων της περιοχής μας.
Από το βήμα αυτό επαναλαμβάνω και υπογραμμίζω ότι καμιά σοβαρή προσπάθεια ανάπτυξης δεν πρόκειται να προχωρήσει όσο υπάρχει υστέρηση στις υποδομές.
Και οι υστερήσεις στην περιοχή μας είναι πολλές και σοβαρές με πρώτες τις συγκοινωνιακές υποδομές ( Κεντρικός άξονας Ε65, Ιόνιος οδός, Αεροδρόμιο Ιωαννίνων). Σε αυτόν τον τομέα η κυβέρνηση επιβάλλεται να δώσει έμφαση και προτεραιότητα.
Από την άλλη πλευρά η Ήπειρος διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα τα οποία δημιουργήθηκαν με πολύ μόχθο των ανθρώπων της, όπως το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το οποίο δεν διαθέτει Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας και Πολυτεχνική Σχολή. Δεν μπορεί δηλαδή να προσφέρει εφαρμοσμένη έρευνα σε τόσο σοβαρούς τομείς για την ανάπτυξη της περιοχής.
Το θέμα της εισήγησης μου είναι:
«Οι δημόσιες επενδύσεις και οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα»
Οι οποίες αποτελούν εδώ και μερικά χρόνια κεντρικό θέμα συζήτησης αναφορικά με την ανάπτυξη της κάθε περιοχής. Πόσο μάλιστα για την Ήπειρο, που είναι από τις πιο φτωχές περιφέρειες της Ευρώπης ή αντιστρόφως ανάλογα αν το θέλετε, από τις πιο πρόσφορες περιοχές για ανάπτυξη.
Όμως, από τα γεγονότα προκύπτει κάτι διόλου ασύνηθες για τα ελληνικά δεδομένα, ότι δηλαδή πολλαπλάσιες ανθρωποώρες έχουν αφιερωθεί στις συζητήσεις γύρω από το θεσμό παρά στην αξιοποίησή του.
Βασική προϋπόθεση, όμως, για την επιτυχή υλοποίηση νέων ΣΔΙΤ είναι η σταθερότητα στο ύψος των δημοσίων επενδύσεων, ώστε να είναι δυνατή η προσέλκυση ξένων επενδυτών και τραπεζών, η αποκατάσταση δημοσιονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας, καθώς και των συνθηκών ρευστότητας στην εγχώρια τραπεζική αγορά.
Μετά από πολλά χρόνια δημιουργίας του νομοθετικού πλαισίου, λιγοστά έργα ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα) υλοποιήθηκαν. Σίγουρα, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί δεν είναι αυτή που αναμενόταν μετά την ψήφιση του νομοθετικού πλαισίου για τις ΣΔΙΤ το 2005 ή μετά την ανακοίνωση καταλόγου έργων ύψους 2,65 δισ. ευρώ στο τέλος του 2007, με ρυθμό ανάθεσης, σύμφωνα με τον τότε σχεδιασμό, έξι έργων κατά έτος.
Οι ΣΔΙΤ αφορούν στην υλοποίηση έργων δημόσιου συμφέροντος μεσαίου μεγέθους (κατά το νόμο, προϋπολογισμού συνήθως έως 200 εκατ. ευρώ, αλλά ουσιαστικά κατά μέσο όρο 40 εκατ. ευρώ) από ιδιώτες επενδυτές μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων σχεδιασμού, κατασκευής, χρηματοδότησης, λειτουργίας και συντήρησης.
Μπορεί να έχουν σημαντικότατα οφέλη για την κοινωνία, το Δημόσιο και τους ιδιώτες. Όμως, οι ΣΔΙΤ δεν αποτελούν ένα «πολυεργαλείο» κατάλληλο για όλες τις αναπτύξεις και τις ανάγκες του δημόσιου τομέα. Τα οφέλη προκύπτουν μόνον όταν η παραγωγικότητα και η ευελιξία του ιδιωτικού τομέα εφαρμόζονται σε έργα που είναι απαραίτητα για το κοινωνικό σύνολο και όπου ο ιδιωτικός τομέας παρέχει ουσιαστικές για το έργο υπηρεσίες στο βάθος της περιόδου εκμετάλλευσης των 25 συνήθως ετών και όχι μόνο κατά την κατασκευή του.
Είναι γεγονός αξιολογώντας στα περασμένα έτη την πορεία των ΣΔΙΤ, ότι αρκετά από τα έργα που σχημάτισαν τον κατάλογο των έργων ήταν είτε τεχνικά ανώριμα, είτε πολυτελή και μάλλον περιττά, είτε ακατάλληλα για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον επενδυτών. Ίσως το μέγεθος του καταλόγου των έργων να είχε περισσότερη αξία από την ποιότητα του περιεχομένου του ή η προετοιμασία των έργων να αποδείχτηκε πιο δύσκολη από ότι αναμενόταν.
Η εμπειρία από την υλοποίηση του πρώτου έργου ΣΔΙΤ είχε δύο όψεις.
Αν και συγκεκριμένα στελέχη τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημόσιου τομέα κατέβαλαν σημαντικές προσπάθειες, ώστε να ξεπερνιούνται εμπόδια που τυχόν προέκυπταν, οι γραφειοκρατικές και συνήθως ανελαστικές διαδικασίες και προσεγγίσεις του δημόσιου τομέα σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής εμπειρίας από τον ιδιώτη δημιούργησαν αρκετά προβλήματα και καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου, ενώ απέδειξαν ότι οι ΣΔΙΤ θέλουν προσοχή και οργανωμένη προσέγγιση για την αντιμετώπισή τους.
Σε επόμενα έργα που δημοπρατήθηκαν ή δημοπρατούνται, οι αναθέτουσες Αρχές, εξειδικεύοντας το γενικό νομοθετικό πλαίσιο, προσπάθησαν να μεταβάλουν την κατανομή κινδύνων σε βάρος των ιδιωτών. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις πολύ μικρές και σε κάποιο βαθμό άστοχες διευκολύνσεις που παρασχέθηκαν, ώστε οι επιπτώσεις της παρούσας οικονομικής συγκυρίας να μπορούν να απορροφηθούν από τα επιχειρηματικά σχέδια των διαγωνιζόμενων κοινοπραξιών και να διατηρηθούν τα έργα αυτά οικονομικά βιώσιμα, φαίνεται να αποτελούν το σημαντικότερο λόγο για την καθυστέρηση ολοκλήρωσης της ανάθεσης επόμενων έργων.
Παράλληλα, οι τράπεζες, αν και θεωρούν θετικό στοιχείο την ύπαρξη σταθερών χρηματοροών που υπόσχονται καλά μελετημένα έργα ΣΔΙΤ, πλέον αξιολογούν με ολοένα αυξανόμενο σκεπτικισμό την προοπτική ομαλής καταβολής των αμοιβών διαθεσιμότητας που αποτελούν τη μοναδική πηγή εξυπηρέτησης των δανείων σε βάθος 20 ετών από φορείς του Δημοσίου ή και το Δημόσιο το ίδιο.
Ταυτόχρονα, λαμβάνουν υπόψη και τους περιορισμούς από την έλλειψη ρευστότητας και την ανάγκη βελτιστοποίησης στη διάθεση των κεφαλαίων τους. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι ξένες τράπεζες και ξένοι επενδυτές δεν έχουν ουσιαστικά εμπλακεί στο θεσμό μέχρι σήμερα, γεγονός που δυσχεραίνει την εξεύρεση των απαιτούμενων κεφαλαίων.
Είναι λοιπόν προφανές ότι δεν υπάρχει ένας βασικός λόγος ή κάποιος υπεύθυνος για την όχι τόσο θετική εξέλιξη στην υλοποίηση έργων βάσει ενός θεσμού που έχει δυνητικά πολλαπλά οφέλη, ιδίως τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τα οποία αναγνωρίζει τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας (τράπεζες και επενδυτές).
Τα έργα ΣΔΙΤ, όπως και άλλα έργα υποδομών που έχουν ανατεθεί με τη μέθοδο της παραχώρησης, είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τη χώρα, καθώς, χωρίς να επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος, δημιουργούν θέσεις εργασίας στη διάρκεια της μελέτης, της κατασκευής, της παρακολούθησης και της παροχής υπηρεσιών κατά την περίοδο λειτουργίας, αναπτύσσοντας χρήσιμες υποδομές, με πολλαπλασιαστική επίδραση στο ΑΕΠ.
Επιπρόσθετα, τυχόν ατέλειες του γενικού νομοθετικού πλαισίου διορθώνονται σταδιακά ύστερα από παρεμβάσεις των αρμόδιων πολιτικών υπευθύνων, όπως με την πρόσφατη τροπολογία για τη ρύθμιση της διαδικασίας επιστροφής ΦΠΑ σε έργα ΣΔΙΤ. Η πρώτη σύμβαση σύμπραξης (σύμβαση ανάθεσης του έργου ΣΔΙΤ) αποτελεί ένα σχετικά ισορροπημένο πλαίσιο κατανομής των κινδύνων, ενώ είναι δυνατόν, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και την εμπειρία των εμπλεκόμενων μερών, να βελτιστοποιηθεί με περιορισμένες παρεμβάσεις.
Σε αυτό το πνεύμα, η αγορά αναμένει, για παράδειγμα στην Ήπειρο, τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων ή τα έργα υδροδότησης ή το τραμ στα Ιωάννινα.
Έργο ανάπτυξης θα ήταν η δημιουργία και εγκατάσταση συστήματος έκδοσης εισιτήριων στα μέσα μαζικής μεταφοράς για την εξυπηρέτηση των κατοίκων των ορεινών περιοχών μαζί με σύστημα άμεσης ενημέρωσης των μεταφορέων από τους επιβάτες για τις ανάγκες μεταφοράς.
Με λίγα λόγια, ειδικά έργα ώστε να αναθερμανθεί το επενδυτικό και τραπεζικό ενδιαφέρον με έργα πρωτοποριακά που συμβάλλουν αποφασιστικά στη μεγιστοποίηση του οφέλους του κοινωνικού συνόλου.
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ»
ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΙΛΗΣ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ: ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΗΠΕΙΡΟΥ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ
Αγαπητοί φίλοι και φίλες, κύριοι και κυρίες,
Το κεντρικό θέμα συζήτησης του συμποσίου είναι η ανάπτυξη των ορεινών όγκων της περιοχής μας.
Από το βήμα αυτό επαναλαμβάνω και υπογραμμίζω ότι καμιά σοβαρή προσπάθεια ανάπτυξης δεν πρόκειται να προχωρήσει όσο υπάρχει υστέρηση στις υποδομές.
Και οι υστερήσεις στην περιοχή μας είναι πολλές και σοβαρές με πρώτες τις συγκοινωνιακές υποδομές ( Κεντρικός άξονας Ε65, Ιόνιος οδός, Αεροδρόμιο Ιωαννίνων). Σε αυτόν τον τομέα η κυβέρνηση επιβάλλεται να δώσει έμφαση και προτεραιότητα.
Από την άλλη πλευρά η Ήπειρος διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα τα οποία δημιουργήθηκαν με πολύ μόχθο των ανθρώπων της, όπως το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το οποίο δεν διαθέτει Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας και Πολυτεχνική Σχολή. Δεν μπορεί δηλαδή να προσφέρει εφαρμοσμένη έρευνα σε τόσο σοβαρούς τομείς για την ανάπτυξη της περιοχής.
Το θέμα της εισήγησης μου είναι:
«Οι δημόσιες επενδύσεις και οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα»
Οι οποίες αποτελούν εδώ και μερικά χρόνια κεντρικό θέμα συζήτησης αναφορικά με την ανάπτυξη της κάθε περιοχής. Πόσο μάλιστα για την Ήπειρο, που είναι από τις πιο φτωχές περιφέρειες της Ευρώπης ή αντιστρόφως ανάλογα αν το θέλετε, από τις πιο πρόσφορες περιοχές για ανάπτυξη.
Όμως, από τα γεγονότα προκύπτει κάτι διόλου ασύνηθες για τα ελληνικά δεδομένα, ότι δηλαδή πολλαπλάσιες ανθρωποώρες έχουν αφιερωθεί στις συζητήσεις γύρω από το θεσμό παρά στην αξιοποίησή του.
Βασική προϋπόθεση, όμως, για την επιτυχή υλοποίηση νέων ΣΔΙΤ είναι η σταθερότητα στο ύψος των δημοσίων επενδύσεων, ώστε να είναι δυνατή η προσέλκυση ξένων επενδυτών και τραπεζών, η αποκατάσταση δημοσιονομικής σταθερότητας και αξιοπιστίας, καθώς και των συνθηκών ρευστότητας στην εγχώρια τραπεζική αγορά.
Μετά από πολλά χρόνια δημιουργίας του νομοθετικού πλαισίου, λιγοστά έργα ΣΔΙΤ (Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα) υλοποιήθηκαν. Σίγουρα, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί δεν είναι αυτή που αναμενόταν μετά την ψήφιση του νομοθετικού πλαισίου για τις ΣΔΙΤ το 2005 ή μετά την ανακοίνωση καταλόγου έργων ύψους 2,65 δισ. ευρώ στο τέλος του 2007, με ρυθμό ανάθεσης, σύμφωνα με τον τότε σχεδιασμό, έξι έργων κατά έτος.
Οι ΣΔΙΤ αφορούν στην υλοποίηση έργων δημόσιου συμφέροντος μεσαίου μεγέθους (κατά το νόμο, προϋπολογισμού συνήθως έως 200 εκατ. ευρώ, αλλά ουσιαστικά κατά μέσο όρο 40 εκατ. ευρώ) από ιδιώτες επενδυτές μέσω μακροπρόθεσμων συμβάσεων σχεδιασμού, κατασκευής, χρηματοδότησης, λειτουργίας και συντήρησης.
Μπορεί να έχουν σημαντικότατα οφέλη για την κοινωνία, το Δημόσιο και τους ιδιώτες. Όμως, οι ΣΔΙΤ δεν αποτελούν ένα «πολυεργαλείο» κατάλληλο για όλες τις αναπτύξεις και τις ανάγκες του δημόσιου τομέα. Τα οφέλη προκύπτουν μόνον όταν η παραγωγικότητα και η ευελιξία του ιδιωτικού τομέα εφαρμόζονται σε έργα που είναι απαραίτητα για το κοινωνικό σύνολο και όπου ο ιδιωτικός τομέας παρέχει ουσιαστικές για το έργο υπηρεσίες στο βάθος της περιόδου εκμετάλλευσης των 25 συνήθως ετών και όχι μόνο κατά την κατασκευή του.
Είναι γεγονός αξιολογώντας στα περασμένα έτη την πορεία των ΣΔΙΤ, ότι αρκετά από τα έργα που σχημάτισαν τον κατάλογο των έργων ήταν είτε τεχνικά ανώριμα, είτε πολυτελή και μάλλον περιττά, είτε ακατάλληλα για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον επενδυτών. Ίσως το μέγεθος του καταλόγου των έργων να είχε περισσότερη αξία από την ποιότητα του περιεχομένου του ή η προετοιμασία των έργων να αποδείχτηκε πιο δύσκολη από ότι αναμενόταν.
Η εμπειρία από την υλοποίηση του πρώτου έργου ΣΔΙΤ είχε δύο όψεις.
Αν και συγκεκριμένα στελέχη τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημόσιου τομέα κατέβαλαν σημαντικές προσπάθειες, ώστε να ξεπερνιούνται εμπόδια που τυχόν προέκυπταν, οι γραφειοκρατικές και συνήθως ανελαστικές διαδικασίες και προσεγγίσεις του δημόσιου τομέα σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής εμπειρίας από τον ιδιώτη δημιούργησαν αρκετά προβλήματα και καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του έργου, ενώ απέδειξαν ότι οι ΣΔΙΤ θέλουν προσοχή και οργανωμένη προσέγγιση για την αντιμετώπισή τους.
Σε επόμενα έργα που δημοπρατήθηκαν ή δημοπρατούνται, οι αναθέτουσες Αρχές, εξειδικεύοντας το γενικό νομοθετικό πλαίσιο, προσπάθησαν να μεταβάλουν την κατανομή κινδύνων σε βάρος των ιδιωτών. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις πολύ μικρές και σε κάποιο βαθμό άστοχες διευκολύνσεις που παρασχέθηκαν, ώστε οι επιπτώσεις της παρούσας οικονομικής συγκυρίας να μπορούν να απορροφηθούν από τα επιχειρηματικά σχέδια των διαγωνιζόμενων κοινοπραξιών και να διατηρηθούν τα έργα αυτά οικονομικά βιώσιμα, φαίνεται να αποτελούν το σημαντικότερο λόγο για την καθυστέρηση ολοκλήρωσης της ανάθεσης επόμενων έργων.
Παράλληλα, οι τράπεζες, αν και θεωρούν θετικό στοιχείο την ύπαρξη σταθερών χρηματοροών που υπόσχονται καλά μελετημένα έργα ΣΔΙΤ, πλέον αξιολογούν με ολοένα αυξανόμενο σκεπτικισμό την προοπτική ομαλής καταβολής των αμοιβών διαθεσιμότητας που αποτελούν τη μοναδική πηγή εξυπηρέτησης των δανείων σε βάθος 20 ετών από φορείς του Δημοσίου ή και το Δημόσιο το ίδιο.
Ταυτόχρονα, λαμβάνουν υπόψη και τους περιορισμούς από την έλλειψη ρευστότητας και την ανάγκη βελτιστοποίησης στη διάθεση των κεφαλαίων τους. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι ξένες τράπεζες και ξένοι επενδυτές δεν έχουν ουσιαστικά εμπλακεί στο θεσμό μέχρι σήμερα, γεγονός που δυσχεραίνει την εξεύρεση των απαιτούμενων κεφαλαίων.
Είναι λοιπόν προφανές ότι δεν υπάρχει ένας βασικός λόγος ή κάποιος υπεύθυνος για την όχι τόσο θετική εξέλιξη στην υλοποίηση έργων βάσει ενός θεσμού που έχει δυνητικά πολλαπλά οφέλη, ιδίως τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, τα οποία αναγνωρίζει τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας (τράπεζες και επενδυτές).
Τα έργα ΣΔΙΤ, όπως και άλλα έργα υποδομών που έχουν ανατεθεί με τη μέθοδο της παραχώρησης, είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τη χώρα, καθώς, χωρίς να επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος, δημιουργούν θέσεις εργασίας στη διάρκεια της μελέτης, της κατασκευής, της παρακολούθησης και της παροχής υπηρεσιών κατά την περίοδο λειτουργίας, αναπτύσσοντας χρήσιμες υποδομές, με πολλαπλασιαστική επίδραση στο ΑΕΠ.
Επιπρόσθετα, τυχόν ατέλειες του γενικού νομοθετικού πλαισίου διορθώνονται σταδιακά ύστερα από παρεμβάσεις των αρμόδιων πολιτικών υπευθύνων, όπως με την πρόσφατη τροπολογία για τη ρύθμιση της διαδικασίας επιστροφής ΦΠΑ σε έργα ΣΔΙΤ. Η πρώτη σύμβαση σύμπραξης (σύμβαση ανάθεσης του έργου ΣΔΙΤ) αποτελεί ένα σχετικά ισορροπημένο πλαίσιο κατανομής των κινδύνων, ενώ είναι δυνατόν, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και την εμπειρία των εμπλεκόμενων μερών, να βελτιστοποιηθεί με περιορισμένες παρεμβάσεις.
Σε αυτό το πνεύμα, η αγορά αναμένει, για παράδειγμα στην Ήπειρο, τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων ή τα έργα υδροδότησης ή το τραμ στα Ιωάννινα.
Έργο ανάπτυξης θα ήταν η δημιουργία και εγκατάσταση συστήματος έκδοσης εισιτήριων στα μέσα μαζικής μεταφοράς για την εξυπηρέτηση των κατοίκων των ορεινών περιοχών μαζί με σύστημα άμεσης ενημέρωσης των μεταφορέων από τους επιβάτες για τις ανάγκες μεταφοράς.
Με λίγα λόγια, ειδικά έργα ώστε να αναθερμανθεί το επενδυτικό και τραπεζικό ενδιαφέρον με έργα πρωτοποριακά που συμβάλλουν αποφασιστικά στη μεγιστοποίηση του οφέλους του κοινωνικού συνόλου.